- ρανίς
- (-ίδος) η капля;
μέχρι τελευταίας ρανίδος αίματος — до последней капли крови
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
μέχρι τελευταίας ρανίδος αίματος — до последней капли крови
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ῥανίς — drop fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ρανίς — ίδος, ἡ, ΜΑ βλ. ρανίδα … Dictionary of Greek
Πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείη. — πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείη. См. Капля по капле и камень долбит … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
ῥανίδα — ῥανίς drop fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥανίδας — ῥανίς drop fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥανίδες — ῥανίς drop fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥανίδι — ῥανίς drop fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥανίδος — ῥανίς drop fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥανίδων — ῥανίς drop fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥανίσι — ῥανίς drop fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ῥανίσιν — ῥανίς drop fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)